Σάββατο 4 Νοεμβρίου 2017

Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος, ένας Πειραιώτης της Οικουμένης…




Στις 4 Νοεμβρίου του 1929 η Ρωξάνη Μαλτέζου στο Μαιευτήριο του Ζάννειου Νοσοκομείου Πειραιά, φέρνει στον κόσμο ένα παιδί, καρπός του γάμου της με τον άντρα της Γεράσιμο Γιαννουλάτο. Ο Γεράσιμος Γιαννουλάτος είχε καταγωγή από την Κεφαλονιά,  και η γυναίκα του Ρωξάνη Μαλτέζου από την Πρέβεζα, εκεί όπου αρχικά είχαν δημιουργήσει την οικογένεια τους, και ασχολούταν με το εμπόριο  και επί πλέον είχε ναυτιλιακές εργασίες. Όταν  ήρθε ο βαλκανικοί πόλεμος τα άφησε όλα για να ακολουθήσει ως έφεδρος τον ελληνικό στρατό. Έφυγε λοχίας, γύρισε λοχαγός τραυματίας πολέμου. Και τότε αποφάσισε να εγκατασταθεί με την οικογένεια του στον Πειραιά στην περιοχή της Καστέλας. Η οικογένεια είχε δύο μεγάλα παιδιά και είχε χάσει  ένα ακόμα και τώρα σε αυτήν την κυοφορία οι γιατροί είχαν ανησυχήσει για την ευτυχή κατάληξη της γιατί η Ρωξάνη  ήταν αδύναμη και ασθενική. Με τις προσευχές της και τον αγώνα της ήρθε στον κόσμο ένα υγιέστατο παιδί, ο Αναστάσιος, ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος Γιαννουλάτος μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της εποχής μας.




Μετά από τρία χρόνια διαμονής στην Καστέλα, η οικογένεια μετακόμισε στην Κυψέλη και η  μητέρα του Ρωξάνη με την  έντονη ευσέβεια της έπαιρνε τον Αναστάσιο μαζί της στην Εκκλησία αλλά εκείνος δεν μπορούσε να αντέξει στις πολύωρες νυκτερινές ακολουθίες και κοιμόταν στα στασίδια. Την περίοδο της Κατοχής ο Αναστάσιος, όπως όλα τα παιδία είχε σταματήσει το σχολείο και από την Κυψέλη κατεβαίναμε στο σταθμό Λαρίσης για μαθήματα, σε ένα μικρό δωμάτιο που ήταν αποθήκη μπακαλιάρου. Μέσα σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες για μάθηση ο Αναστάσιος πίστεψε ότι ένας καλύτερος κόσμος θα γεννηθεί, και κατάλαβε ότι εκείνο που άξιζε στη ζωή ήταν η ελευθερία, η αλληλεγγύη, η αγάπη μεταξύ των ανθρώπων, αρχές που ακολουθεί σε όλη του τη ζωή. Όταν οι Γερμανοί Βομβάρδιζαν την Αθήνα, ανέβαινε σε μία ταράτσα, γονάτιζε και απελπισμένα ρωτούσε τον θεό αν υπάρχει. Τον καλούσε να του δώσει κάποια σημάδια εσωτερικά. Στις αναζητήσεις του αυτές, πήγαινε και στην εκκλησία της  Αγίας Ζώνης, και άκουγα ένα φλογερό άνθρωπο, τον Γεώργιο Παυλίδη ( μετέπειτα Μητροπολίτη Νικαίας), να του μεταφέρει τον πόνο και την οδύνη από το αλβανικό μέτωπο. Πού να φανταστεί ότι κάποτε θα βάδιζε  σε εκείνα τα βουνά!


Τελείωσε πρώτος το Γυμνάσιο (με 19 και 9/11) το 1947 και όλοι νόμιζαν ότι θα συνεχίσει τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο. Εκείνος επέλεξε την θεολογική Σχολή γιατί  ταίριαζε με τους προβληματισμούς του και την ανάγκη για προσφορά σε μία ταραγμένη κοινωνία στην αυγή της νέας εποχής. Δεν είχε σκεφτεί  τον εαυτό του στο ράσο. Ήθελε να είναι  ελεύθερος ανάμεσα στους νέους. Το 1952 αποφοιτά από την θεολογική σχολή και κατατάσσετε στον στρατό και φοιτά στις Σχολές Εφέδρων Αξιωματικών Σύρου και Διαβιβάσεων Χαϊδαρίου, στις οποίες και πρωτεύει και γίνετε αρχηγός Σχολής. Μετά το τέλος των στρατιωτικών του υποχρεώσεων, ξεκινάει η εκκλησιαστική του δράση και πρώτος του ιεραποστολικός σταθμός είναι ο Πειραιάς. Ο Αναστάσιος διορίζετε κατηχητής στην ενορία του Αγίου Βασιλείου Πειραιά από το 1954 έως και το 1955. Από το 1954 έως και το 1960 σε διάφορες περιοχές της Αθήνας, εργάζεται ιεραποστολικά ως λαϊκός Ιεροκήρυκας και ασχολείται ιεραποστολικά με τους νέους, ως υπεύθυνος φροντιστηρίου εκκλησιαστικών στελεχών, αρχηγός νεανικών και φοιτητικών κατασκηνώσεων και οργανώνει συνάξεις βιβλικών μελετών. Το 1960 χειροτονείτε διάκονος και το 1961, ιδρύει το Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο «Πορευθέντες». . Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη το 1964, και στην συνέχεια ακολούθησε ιεραποστολική προσπάθεια στην Ανατολική Αφρική. Tο Νοέμβριο του 1972 χειροτονήθηκε Τιτουλάριος Επίσκοπος Aνδρούσης και ως  Γενικός Διευθυντής της «Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος» προώθησε διάφορα θεολογικά, εκπαιδευτικά, οικοδομικά και εκδοτικά προγράμματα της Εκκλησίας. O Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος πρωτοστάτησε στη σύγχρονη αναγέννηση της Εξωτερικής Ιεραποστολής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στη δεκαετία 1981-91, ως Τοποτηρητής της Ιεράς Μητροπόλεως Eιρηνουπόλεως - Ανατολικής Αφρικής (Kένυα, Ουγκάντα, Τανζανία). Χειροτόνησε Αφρικανούς κληρικούς και προώθησε τις μεταφράσεις της Θείας Λειτουργίας σε 4 αφρικανικές γλώσσες. Μερίμνησε για τη σταθεροποίηση 150 περίπου ορθοδόξων ενοριών και πυρήνων και την ανέγερση δεκάδων ναών, ανήγειρε 7 ιεραποστολικούς σταθμούς, φρόντισε για τη δημιουργία σχολείων και ιατρικών σταθμών, παρά τα προβλήματα που προκάλεσε στην υγεία του η μακρόχρονη παραμονή του στην Αφρική.


Το 1991, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον καθιστά Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας, σε μία εκκλησιαστική επαρχία που είναι διαλυμένη από το καθεστώς της αθεΐας. Στην Αλβανία, το εκκλησιαστικό έργο του Αναστασίου κορυφώνεται στην αποστολή που του εμπιστεύθηκε το Οικουμενικό Πατριαρχείο για την εκ των ερειπίων αναστήλωση της Ορθοδόξου Aυτοκεφάλου Εκκλησίας  η οποία είχε καταρρεύσει ύστερα από τον επί 46 έτη διωγμό του μοναδικού «αθεϊστικού κράτους» της υφηλίου. Μέσα σε τεράστιες δυσκολίες, κατόρθωσε να ανασυγκροτήσει εκ βάθρων την Εκκλησία της Αλβανίας –συγκροτήθηκαν πάνω από 400 ενορίες. Ίδρυσε τη Θεολογική-Ιερατική Σχολή (Ακαδημία) «Aνάστασις» στο Δυρράχιο (1992), το Εκκλησιαστικό Λύκειο «Τίμιος Σταυρός» στο Αργυρόκαστρο (1998) και στο Σουκθ-Δυρράχιο (2007) και σχολή της Βυζαντινής Μουσικής στα Τίρανα (2012), τα οποία σήμερα λειτουργούν σε ιδιόκτητα συγκροτήματα και με οικοτροφεία. Mόρφωσε και χειροτόνησε 168 νέους κληρικούς. Ίδρυσε 50 Κέντρα Νεολαίας σε διάφορες πόλεις. Φρόντισε για τη μεταφραστική προσπάθεια, την έκδοση λειτουργικών και άλλων θρησκευτικών βιβλίων. Συνέστησε Τεχνική Yπηρεσία της Εκκλησίας και μερίμνησε για την ανοικοδόμηση 150 νέων ναών, την αναστήλωση 60 ναούς και μοναστήρια-πολιτιστικά μνημεία και επισκευή 160 ναών και 70 εκκλησιαστικών κτιρίων για σχολεία, νεανικά κέντρα, κέντρα υγείας, ξενώνες, εργαστήρια, συσσίτια για τους φτωχούς , στο σύνολο 450 κτίρια.. Ανέπτυξε τη φιλανθρωπική μέριμνα της Εκκλησίας, με διανομή εκατοντάδων τόνων τροφίμων, ιματισμού, φαρμάκων. Ίδρυσε την πρώτη ορθόδοξη αλβανική εφημερίδα Ngjallja (Aνάστασις), το παιδικό περιοδικό Gëzohu (Χαίρε), το νεανικό περιοδικό Kambanat (Καμπάνες), την επιστημονική επιθεώρηση Kërkim (Αναζήτη), το δελτίο «News from Orthodoxy in Albania», ως και Ραδιοφωνικό σταθμό. Μερίμνησε για τη δημιουργία Εργαστηρίων της Εκκλησίας (τυπογραφείο, κηροπλαστείο, ξυλουργείο, εργαστήρια αγιογραφίας και αποκαταστάσεως εικόνων). Αγωνίσθηκε για τη διεκδίκηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.


Παράλληλα με την ανασύσταση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ανέπτυξε πρωτοποριακά προγράμματα στους τομείς εκπαιδεύσεως, υγείας, κοινωνικής προνοίας, αγροτικής αναπτύξεως, πολιτισμού και οικολογίας. (Π.χ. Ίδρυσε το Διαγνωστικό Ιατρικό Κέντρο με 24 ειδικότητες και 3 πολυϊατρεία σε άλλες πόλεις· το Πανεπιστήμιο «Λόγος» στα Τίρανα, επίσης το πρώτο στην Αλβανίας Ινστιτούτο Επαγγελματικής Καταρτίσεως με 6 ειδικότητες στα Τίρανα και με 4 ειδικότητες στο Αργυρόκαστρο, Επαγγελματικό Λύκειο στο Μεσοπόταμο, 3 Δημοτικά Σχολεία - Δίγλωσσα στα Τίρανα, στο Δυρράχιο και στο Αργυρόκαστρο, Οικοτροφείο Μαθητριών Λυκείου στο Βουλιαράτι, 17 νηπιαγωγεία σε διάφορες πόλεις. Φρόντισε για την κατασκευή δρόμων, υδραγωγείων, γεφυρών, την επισκευή δημοσίων σχολείων, κ.α.). Ιδρυτικό μέλος και Πρόεδρος της Διομολογιακής Βιβλικής Εταιρείας της Αλβανίας (2009 εξ.). Ιδρυτικό μέλος του Διαθρησκειακού Συμβουλίου της Αλβανίας. Στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου (1999) οργάνωσε ευρύτατο ανθρωπιστικό πρόγραμμα, το οποίο βοήθησε 33.000 περίπου πρόσφυγες σε διάφορα μέρη της Αλβανίας. Συνέδεσε την Εκκλησία της Αλβανίας με διεθνείς Εκκλησιαστικούς Οργανισμούς.. Το 2000, κατόπιν προτάσεως 33 Ακαδημαϊκών της Ακαδημίας Αθηνών και πολλών προσωπικοτήτων της Αλβανίας, υπήρξε υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ της Ειρήνης.




Ότι και να γράψει κανείς για την προσωπικότητα του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου θα είναι λίγο και δεν θα αποδώσει το πραγματικό του πνευματικό μέγεθος. Η αγάπη του, η μεγάλη του σύνεση και σοφία αλλά και πνευματική του δράση τον καθιστούν ως μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της εποχής μας. Ένας Ιεράρχης που γεννήθηκε στον Πειραιά και που δηλώνει την αγάπη του για την γενέτειρα όταν ερωτηθεί με την φράση: « Είμαι και θα παραμείνω Πειραιώτης…»



Κώστας Ζουρδός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου