Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017

Ο αϊτός και τα σπουργίτια….


Κάποτε ήταν ένα αετόπουλο που μεγάλωνε κάτω από τα βλέμματα και την προστασία μικρών σπουργιτών. Ονειρευόταν συνέχεια να πετά ελεύθερο πολύ ψηλά μα τα σπουργίτια φοβόντουσαν τα ύψη κι έτσι όποτε μιλούσε για τα όνειρα του, λέγανε συνέχεια πως αυτό δεν πρέπει να γίνει ποτέ, νομίζοντας πως έτσι θα τον προστατέψουν. Δεν άντεξε όμως πολύ και έφυγε και σαν άρχισε να νοιώθει τα φτερά του δυνατά, άρχισε να πετά μόνος του ψηλά, ελεύθερος, περήφανα εκεί που η φύση τον είχε ταγμένο να είναι. Μα το μυαλό του βασάνιζε η σκέψη πως αντί όλοι πίσω του να χαίρονται ,ήταν μελαγχολικοί ,στεναχωρημένοι ,γιατί ο φόβος που είχαν για τα ύψη δε τους άφηνε να δουν πια ήταν η δικιά του ευτυχία και μαζί να χαρούν και αυτοί.


 Ξέροντας ότι αυτός ήταν η αιτία που τα χαμόγελα είχαν λείψει από τα χίλια αυτών που τον μεγάλωσαν και μιας μικρής σπουργιτίνας γύριζε πού και πού πίσω για να μπορεί να βλέπει τα χαμόγελα στα πρόσωπά τους. Δεν άντεχε όμως πολύ και έφευγε ξανά για κει που η φύση του τον οδηγούσε. Μα στο πέταγμα του δεν είχε ποτέ καθαρό το μυαλό του. Είχε πάντα στη σκέψη του τη θλίψη που προκαλούσε σ’ αυτούς που άφηνε πίσω και δεν πρόσεχε τα αδίστακτα ανθρωποειδή που τον σημάδευαν από κάτω με τις κάννες στραμμένες πάνω του. Έτσι ήταν ένας εύκολος στόχος. Λαβώθηκε πολλές φορές και πάντα πήγαινε σε μια ψηλή κορφή και έγλυφε τις πληγές του μέχρι να γιάνουν και μετά συνέχιζε πάλι και πάλι.


 Τελευταία φορά όμως τα σκάγια τον πέτυχαν στα φτερά. Δεν άργησαν να τον δουν τα σπουργίτια που πετούσαν εκεί κοντά και τον πήραν στη φωλιά τους να τον φροντίσουν. Δεν  σταμάτησαν όμως λεπτό να του λένε ακόμα και με τα βλέμματα τους: «Είδες τι έπαθες θέλοντας να πετάς ψηλά!» Και σαν να έβγαινε από μέσα τους μια ικανοποίηση γι'  αυτό που έπαθε. Νιώθανε δικαιωμένοι για το ότι αυτοί τελικά είχαν όλο το δίκιο με το μέρος τους και ήταν μέγα λάθος να θελήσει να πετάξει ψηλά. Δεν μπορούσαν όμως, να δουν τους πραγματικούς λόγους και να καταλάβουν γιατί  ήταν τόσο ευάλωτος και απρόσεκτος στο πέταγμα του.
Σήμερα ο αϊτός είναι κουρνιασμένος σε μιαν άκρη. Στο βλέμμα του έχει μια μόνιμη θλίψη. Και της ψυχή του ο πόνος σκεπάζει ότι είναι γύρω του. Το μόνο που τον κρατά στη ζωή τώρα πια, είναι οι μνήμες που έρχονται στο μυαλό του από το ελεύθερο, το περήφανο, εκείνο πέταγμα του...

Κώστας Ζουρδός


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου